Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2017

Παγκόσμια Ημέρα Αγάπης-14 Δεκέμβρη

Η Παγκόσμια Ημέρα Αγάπης γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 14 Δεκέμβρη . Στόχος της συγκεκριμένης ημέρας είναι να παραμερίσουμε όλα τα αρνητικά συναισθήματα, σκέψεις και λόγια που ειπώθηκαν . Να σκεφτόμαστε μόνο θετικά και τους λόγους που αγαπούμε τους ανθρώπους μας.
Η λέξη αγάπη αναφέρεται σε διαφορετικά συναισθήματα , καταστάσεις και συμπεριφορές . Αναλυτικότερα , μπορεί να εννοείται η επιθυμία για έρωτα , για φιλία, την πλατωνική αγάπη δηλαδή , για ενδοοικογενειακή αγάπη ή και θρησκευτική με την εκδοχή της αφοσίωσης. Γενικά , αποτελεί ένα δύσκολο πράγμα να οριστεί εξαιτίας της πολυπλοκότητας των συναισθημάτων που περιέχει.
Στις τέχνες υφίσταται το μεγαλύτερο θέμα έμπνευσης ενώ στην επιστήμη είναι μηχανισμός επιβίωσης με βάση την εξέλιξη. Μηχανισμός απαραίτητος για τις μακροχρόνιες σχέσεις , που σημαίνουν αμοιβαία αλληλουπεράσπιση, φροντίδα των γονιών προς τα παιδιά και προώθηση του αισθήματος ασφάλειας και σιγουριάς.
Αγάπη για τους αρχαίους, ήταν ένας πιο γενικευμένος όρος και δεν είχε να κάνει με την αποκλειστικότητα αλλά με ένα πανανθρώπινο συναίσθημα που αφορούσε τους γύρω σου. Είναι κάτι περισσότερο από ένα δυνατό συναίσθημα. Χωρίς την δέσμευση, είναι μόνο ένας ενθουσιασμός. Χωρίς το πάθος είναι μόνο εμμονή. Ακόμα και η μεγαλύτερη Αγάπη, χωρίς να την φροντίσεις και να την καλλιεργήσεις, μαραίνεται και πεθαίνει. Η Αγάπη είναι το μόνο πράγμα που δεν μπορεί να πληγώσει κανέναν, αλλά μπορεί να κοστίσει ακριβά. Το παράδοξο με την Αγάπη, είναι πώς μολονότι σου δίνει εξαιρετική ελευθερία, την ίδια στιγμή σε δένει με τον άλλο, με δεσμούς δυνατότερους και από τον θάνατο. Δεν μπορεί να αγοραστεί ή να πουληθεί. Και δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορεί να αντιμετωπίσει. Η Αγάπη είναι η μεγαλύτερη ευλογία

Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2017

(Έμφυλες Ταυτότητες και ο Εναγκαλισμός του Κράτους, Μέρος Β΄ - απο ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ)

Η Gayle Rubin, το 1975, προσφέρει μια από τις πρώτες θεωρητικές προσεγγίσεις της πολιτικής διάστασης των διαδικασιών μέσω των οποίων το φύλο και η σεξουαλικότητα παράγονται ως πολιτισμικά ιδιώματα, σωματικές ιδιότητες και κοινωνικές ταυτότητες. Προσφέρει μια διεξοδική ανάλυση του συστήματος «βιολογικού/κοινωνικού φύλου»: τον πολιτισμικό μηχανισμό που παράγει ιεραρχικά τοποθετημένα και ετεροφυλικά προδιατεθειμένα έμφυλα υποκείμενα. Αυτός ο μηχανισμός, «σμίλευσης της σεξουαλικότητας», τόσο ψυχικά εγγεγραμμένος όσο και θεσπισμένος στο πλαίσιο της αναπαραγωγικής οικογένειας και της επιβεβλημένης ετεροφυλοφιλίας, καθιστά τον κοινωνικό και σεξουαλικό δεσμό ανάμεσα σε δύο διακριτά, σχεσιακά και συμπληρωματικά φύλα στο πλαίσιο της ετεροφυλοφιλικής γαμήλιας ένωσης θεμελιώδη μονάδα της ανθρώπινης κοινωνίας (Αθηνά Αθανασίου, Φεμινιστική Θεωρία και Πολιτισμική Κριτική, εκδ. Νήσος). Η συγκεκριμένη ανάλυση της Rubin θεωρείται σήμερα ένα κλασσικό άρθρο φεμινιστικής θεωρίας (“The traffic in women: Notes in the political economy of sex”) ενώ κατείχε πρωτοποριακό ρόλο κατά τη δεκαετία του ’70.

Ασφαλώς τη περίοδο εκείνη, δεν είχε αναπτυχθεί ακόμη το αίτημα της ομοφυλοφιλικής κοινότητας για θέσπιση του γάμου μεταξύ ομόφυλων ανθρώπων. Ένα αίτημα που δίνει το δικαίωμα σε κάθε κράτος ή ένωση κρατών, βλέπε ΕΕ, να προβάλλει το φιλελεύθερο προσωπείο της παροχής δικαιωμάτων σε επί μέρους ομάδες διεκδίκησης. Μια προβολή που αποκρύπτει την ισχυροποίηση των δομικών λειτουργειών του κράτους, αφού εμφανίζεται ως ο φορέας εκείνος που θα παράσχει τη νομιμοποίησή του στο α ή β αίτημα. Ταυτόχρονα, αναπτύσσει μια ολόκληρη ρητορική για την εξέλιξη της ανθρώπινης συμπεριφοράς και αποδοχής του διαφορετικού. Εμφανίζεται ως ο προστάτης εκείνων που χρειάζονται την αλληλεγγύη και τα δικαιώματα. Ο μηχανισμός εκείνος που παρατηρεί, αναλύει και αφουγκράζεται την κοινωνία, πάντα μέσα στο δικό του πλαίσιο ανάλυσης ακόμη και όταν εμφανίζεται το πλέον προωθημένο. Και ο τομέας της σεξουαλικότητας προσφέρεται για ειδικές προσεγγίσεις με προοδευτικό μανδύα. Ο Μ. Φουκώ σημείωνε στην Ιστορία της σεξουαλικότητας«Με τον όρο εξουσία, νομίζω πως πρέπει καταρχήν να εννοούμε το πλήθος των σχέσεων δύναμης που ενυπάρχουν στον χώρο όπου ασκούνται και είναι συστατικές της οργάνωσής τους. Το παιχνίδι που μέσα από αδιάκοπους αγώνες και συγκρούσεις τις μεταμορφώνει, τις ενδυναμώνει, τις αντιστρέφει. Τα στηρίγματα που αυτές οι σχέσεις δύναμης βρίσκουν αναμεταξύ τους έτσι που σχηματίζουν αλυσίδα ή σύστημα, ή, αντίθετα, τις αναντιστοιχίες, τις αντιφάσεις που απομονώνουν τη μια από την άλλη. Τις στρατηγικές τέλος, μέσα στις οποίες ενεργοποιούνται και που το γενικό τους σχέδιο ή η θεσμική τους αποκρυστάλλωση υλοποιούνται στους κρατικούς μηχανισμούς, στη διατύπωση του νόμου, στις κοινωνικές ηγεμονίες». Είναι οι περιπτώσεις εκείνες, που προσπάθειες και αγώνες με απελευθερωτικά, για τον άνθρωπο, χαρακτηριστικά ευτελίζονται μέσα σε κανονιστικά πρότυπα που έχουν θεσμοθετηθεί εδώ και αιώνες. Να αποτελεί επιδίωξη και επιτυχία η νομική κατοχύρωση του γάμου, της οικογένειας, της τεκνοθεσίας. Ό,τι ήταν αντικείμενο κριτικής για τον κλασσικό φεμινισμό, στο πρώτο και κυρίως στο δεύτερο κύμα, μεταξύ της σχέσης «άνδρα» και «γυναίκας» και των θεσμών που έχουν αναπτυχθεί, να αποτελεί αίτημα για μέρος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας διεθνώς. Και αυτή είναι η μια όψη.

Η δεύτερη όψη αφορά την έννοια της σεξουαλικότητας, η οποία συνδέθηκε σημαντικά με τη τελευταία συζήτηση περί «ταυτότητας φύλου». Μια συζήτηση η οποία υποβάθμισε έννοιες και προβληματισμούς σε ζητήματα «κοινωνικού φύλου», «σώματος» κ.λπ., αλλά περιορίστηκε στο να συνδέσει αποκλειστικά και μοναδικά την σεξουαλικότητα και τις προτιμήσεις του κάθε ανθρώπου με δικαιώματα αυτοπροσδιορισμού και έκφρασης. Κατ’ αρχάς, ο,τιδήποτε δίδεται ως πληροφορία στο Κράτος δεν πρέπει να μας κάνει περήφανους είτε αφορά οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα είτε σεξουαλικές προτιμήσεις. Ο άνθρωπος πιστεύουμε ότι δεν νιώθει καμία ικανοποίηση και ευχαρίστηση στο να «μοιράζεται» πληροφορίες για ο,τιδήποτε με τα κρατικά όργανα. Και γι’ αυτό δεν είναι ούτε επιτυχία ούτε κατάκτηση και ελευθερία. Το αντίθετο μάλιστα. Το ουσιαστικό δεν είναι να δηλώνεις σε κρατικές υπηρεσίες αυτό που νιώθεις και αισθάνεσαι αλλά σε αυτούς που ενδιαφέρονται να σε ακούσουν και όχι απλώς να σε καταγράψουν. Δεν μπορεί η καταπίεση έκφρασης και οι πνιγηροί ψίθυροι να γίνονται ζητωκραυγές και παλαμάκια μέσα στα κοινοβούλια των γλοιωδών βουλευτών. Επιτυχία είναι η ελευθερία έκφρασης και προτίμησης, σεξουαλικής ή μη, να κατευθύνεται και να δομείται προς μια απελευθερωτική προοπτική για τον άνθρωπο και τη κοινωνία.

Άλλωστε, ιστορικά έχει φανεί ότι η εξουσία, σε οποιαδήποτε μορφή και εάν εμφανίζεται, ελέγχει το ζήτημα του σεξ μέσω των θεσμών της αλλά και των προτύπων και συμπεριφορών που προβάλλονται ποικιλοτρόπως. Και σημειώνει ο Φουκώ: «Ανάμεσα στην εξουσία και στο σεξ δεν καθιερώνεται ποτέ σχέση, παρά μονάχα με τρόπο αρνητικό: απόρριψη, αποκλεισμός, άρνηση, φραγμός ή ακόμα απόκρυψη ή προσωπείο. Η εξουσία δεν έχει τη «δύναμη» να κάνει τίποτε στο σεξ και στις ηδονές, εκτός από το να του λέει όχι. Αν φτιάχνει κάτι, είναι απουσίες και κενά. Εξαφανίζει στοιχεία, εισάγει ασυνέχειες, χωρίζει ότι είναι ενωμένο, χαράζει σύνορα. Οι ενέργειές της παίρνουν τη γενική μορφή του ορίου και της έλλειψης. Η εξουσία είναι, βασικά, εκείνο που υπαγορεύει στο σεξ τον νόμο του. Πράγμα που σημαίνει πρώτα-πρώτα ότι το σεξ βρίσκεται τοποθετημένο απ’ αυτήν κάτω από ένα καθεστώς δυαδικό: θεμιτό και αθέμιτο, επιτρεπόμενο και απαγορευμένο. Πράγμα που σημαίνει, παραπέρα, ότι η εξουσία ορίζει στο σεξ μια «τάξη» που λειτουργεί ταυτόχρονα σαν μορφή νοητότητας: το σεξ αποκρυπτογραφείται με βάση τη σχέση του προς το νόμο. Πράγμα που σημαίνει, τέλος, ότι η εξουσία δρα ορίζοντας τον κανόνα: η ενέργεια της εξουσίας πάνω στο σεξ γίνεται με τη γλώσσα ή μάλλον με μια πράξη Λόγου που, απ’ αυτό το ίδιο το γεγονός ό,τι εκφέρεται, δημιουργεί μια κατάσταση δικαίου. Μιλάει και είναι ο κανόνας». Η εξουσία ορίζει, αλλά πρωτύτερα για να νιώσουν και οι «πολίτες» δικαιωμένοι, έχει αφεθεί να αναπτυχθεί πεδίο λαμπρό στην διεκδίκηση δικαιωμάτων και «ελευθεριών».

Ασφαλώς, η εξουσία χρησιμοποιεί το σεξ και για την διευθέτηση εσωτερικών ζητημάτων όπως είναι οι περιπτώσεις του Στρος Καν του ΔΝΤ ή του Ζαχόπουλου του υπουργείου Πολιτισμού. Αποτελεί μια σταθερή συνταγή ώστε, με συνοπτικές διαδικασίες, άνθρωποι να διαπομπεύονται στην κατάλληλη χρονική στιγμή που η εξουσία αποφασίζει να αντικαταστήσει πρόσωπα ή/και πολιτικές. Και ασφαλώς το ίδιο θα διαπραχθεί και στο μέλλον σε περιπτώσεις που θα εμπλέκονται μέλη της LGBTQI κοινότητας.

Ό,τι προσφέρεται από την εξουσία, νομοθετικά με τη μορφή παραχώρησης ή «κατάκτησης» δικαιωμάτων, μπορεί ανά πάσα στιγμή να διαπομπευθεί ή αντικατασταθεί. Διότι, ακόμη τον κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής κατέχει η κρατική εξουσία και αυτή ορίζει τα μέτρα και τα σταθμά. Οπότε, πάντα οφείλουμε να κρατάμε «μικρό καλάθι» για τα αποτελέσματα αυτών των «προχωρημένων» αποφάσεων, όχι μόνο γιατί αυτές διαμορφώνονται σε ένα εξουσιαστικό περιβάλλον αλλά επειδή, επίσης, πραγματική ελευθερία και δικαιώματα δεν μπορούν να υπάρξουν ουσιαστικά σε συνθήκες εξουσιασμού. Πολύ δε περισσότερο όταν αυτές οι «ελευθερίες» αναφέρονται σε μειοψηφικό κομμάτι του συνολικού πληθυσμού, με τη συσσωρευμένη καταπίεση αιώνων. Η κουλτούρα, οι συμπεριφορές, τα στερεότυπα είναι ισχυρότερα από πολλά νομοθετήματα που απλά εναρμονίστηκαν νομικά με τις επιταγές της σύγχρονης διεθνοποιημένης εποχής και του «political correct».

Μερικοί μπορεί να υποστηρίξουν ότι οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στο κράτος σωστά αντανακλαστικά και ορθή διαχείριση στην αντιμετώπιση της «ταυτότητας φύλου», ότι δηλαδή «να μην το κατηγορούμε επειδή έπραξε το αυτονόητο». Να πούμε ξεκάθαρα ότι ο οποιοσδήποτε νόμος γίνεται από το Κράτος στόχο έχει την εξυπηρέτηση της δικής του κατάστασης και όχι της «κοινωνίας». Απλά, μερικές φορές συμπίπτει το «όφελος» μεταξύ των μερών (πολιτεία-πολίτες), ποτέ όμως τα κίνητρα και οι αιτίες. Δεν υπάρχει λόγος για αποσπασματικές και μονομερείς αναλύσεις, παρά μονάχα, το πώς θα διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες ώστε όλοι οι άνθρωποι να ζήσουμε πραγματικά ελεύθεροι και απολαμβάνοντας το σώμα και τη σεξουαλικότητα. Αυτή η ελευθερία δεν προσφέρεται με νομοθετήματα αλλά αποκτάται μέσω της ριζικής αναμόρφωσης/επανάστασης.

Το κάθε σώμα έχει την αρσενική και τη θηλυκή του πλευρά. Γνωρίζουμε ότι υπήρχαν κοινωνίες μητριαρχικές και ζούμε τις πατριαρχικές τούς τελευταίους αιώνες. Αλλά φυσικά στοχεύουμε να ζήσουμε σε κοινωνίες που δεν θα είναι ούτε μητριαρχικές ούτε πατριαρχικές, αλλά ισότιμες και που το φύλο δεν θα αποτελεί τη βάση της κοινωνικής δομής. Για δεκαετίες οι ανθρωπολόγοι μελετούσαν τις φυλές σε διάφορα μέρη του κόσμου μέσα από την ανδρική ματιά. Το ίδιο έπρατταν και οι αρχαιολόγοι σε διάφορα ευρήματα που ανακάλυπταν στον ελλαδικό χώρο. Η οπτική ήταν «ανδρική»… Μετά το δεύτερο κύμα «φεμινισμού» ξεκίνησε στο χώρο της κοινωνικής ανθρωπολογίας και αρχαιολογίας μια πιο «αντικειμενική» ανάλυση στα δεδομένα που υπήρχαν. Αυτή η εξέλιξη έχει συνεισφέρει στο να γνωρίσουμε καλύτερα τα δίπολα: κοινότητες-κοινωνίες, φύση-πολιτισμός, κοινωνικό φύλο-βιολογικό φύλο. Και αυτή η διαρκής γνώση έρχεται να επιβεβαίωσει πολλά από τα κείμενα και τις ανησυχίες αναρχικών του 19ου αιώνα, όπου η φύση, οι κοινότητες και η αλληλεγγύη αποτελούσαν τον πυρήνα της σκέψης τους.

Γι’ αυτό, λοιπόν, εάν είμαστε αυτό που νιώθουμε δεν χρειαζόμαστε καμία επέμβαση της βιολογίας/ιατρικής και καμμία ορμονοθεραπεία. Και φυσικά δεν χρειαζόμαστε κανένα κράτος για να μας πιστοποιήσει αυτό που νιώθουμε…

Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας

Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 177, Δεκέμβριος 2017

Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2017

Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών-25 Νοεμβρίου

Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, με απόφασή της στις 17 Δεκεμβρίου 1999, ανακήρυξε την 25η Νοεμβρίου ως Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών για να αναδείξει ένα σημαντικό πρόβλημα με παγκόσμια διάσταση. Η Ημέρα αυτή είχε καθιερωθεί ήδη από το 1981 από γυναικείες οργανώσεις, σε ανάμνηση της φρικτής δολοφονίας των τριών αδελφών Μιραμπάλ, πολιτικών αγωνιστριών από την Δομινικανή Δημοκρατία, με διαταγή του δικτάτορα Τρουχίλο

Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2017

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΡΑΝΣ ΑΤΟΜΩΝ-20 Νοεμβρίου

Στις 20 Νοεμβρίου τιμάται διεθνώς η Παγκόσμια Ημέρα Μνήμης Τρανς Ατόμων που έχασαν την ζωή τους πέφτοντας θύματα τρανσφοβικού μίσους από συνανθρώπους μας που δεν μπορούν να δεχτούν το διαφορετικό. Είναι επίσης η μέρα που δίνεται η ευκαιρία στη διεθνή κοινότητα να αφυπνίσει το κοινωνικό σύνολο για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα αυτά στην καθημερινότητά τους 



Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

Ημέρα Αλληλεγγύης Μεσοφυλικών(Intersex)-8 Νοεμβρίου

κάθε χρόνο στις 8 Νοεμβρίου, για να αναδείξει τα προβλήματα και τις διεκδικήσεις των μεσοφυλικών ατόμων.
Ως μεσοφυλικά άτομα θεωρούνται τα πρόσωπα μη καθορισμένου ανατομικού φύλου. Ο όρος «μεσόφυλος» αντικατέστησε τον αδόκιμο όρο «ερμαφρόδιτος», ο οποίος χρησιμοποιήθηκε εκτενώς από τους γιατρούς κατά το 18ο και 19ο αιώνα.
Η ημερομηνία της «Ημέρας Αλληλεγγύης Μεσοφυλικών» («Intersex Solidarity Day») επελέγη για συμπέσει με τη γέννηση στις 8 Νοεμβρίου 1838 της μεσοφυλικής Ερκιλίν Μπαρμπέν (1838-1868), τα απομνημονεύματα της οποίας εξέδωσε το 1980 ο διάσημος γάλλος φιλόσοφος και ψυχολόγος Μισέλ Φουκό (1926-1984) με τίτλο «Ερκιλίν Μπαρμπέν: Τα προσφάτως ανακαλυφθέντα απομνημονεύματα ενός γάλλου ερμαφρόδιτου».
απαντάται και ως «Ημέρα Μνήμης Μεσοφυλικών» («Intersex Day of Remembrance»).

Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017

(Έμφυλες Ταυτότητες και ο Εναγκαλισμός του Κράτους, Μέρος Α΄ - απο ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ)

Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι οι περισσότεροι κάτοικοι του ελλαδικού χώρου δεν είχαν ξανακούσει τους όρους «ταυτότητα φύλου», έμφυλη ταυτότητα ή «κοινωνικό φύλο» και δεν γνωρίζουμε εάν πραγματικά οι έννοιες αυτές έγιναν κατανοητές, ή απλά μέσω των πολιτικών-νομοθετικών χειρισμών ουσιαστικά ισχυροποιήθηκαν οι πόλοι της εκκλησίας και της ακροδεξιάς. Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια το Κράτος έχει εντάξει το ζήτημα του «φύλου» στην ατζέντα του.

Σίγουρα, μια κυβέρνηση με το στελεχιακό δυναμικό του Σύριζα έχει τις δυνατότητες και την υποδομή για να αναδείξει ζητήματα «φύλου», αφού ανέκαθεν στους κόλπους του λειτουργούσαν ομάδες εργασίας με το συγκεκριμένο θέμα. Το 2017, μπορούμε να πούμε πως είναι για το «φύλο» και το Κράτος, μια σημαντική χρονιά. Και αυτό για­τί κατά τη σχολική περίοδο 2016-17, στα γυμνάσια υπήρξε για πρώτη φορά η ανάπτυξη θεματικής ενότητας με θέμα: «Έμφυλες Ταυτότητες», οι οποίες ξεσήκωσαν αντιδράσεις στους κόλπους της εκκλησίας και σε άλλους συντηρητικούς κύκλους. Για τους δικούς της λόγους, την αντίθεσή της στη συγκεκριμένη θεματική ενότητα είχε εκφράσει και η ΟΛΜΕ. Συνεπώς βρισκόμαστε σε μια χρονική περίοδο, όπου η έννοια του «φύλου» ενδιαφέρει αρκετά το Κράτος και συγκεκριμένα δυτικού τύπου κράτη, καθώς διαπιστώνουμε ότι και άλλα εκπαιδευτικά συστήματα (π.χ. στις ΗΠΑ) αλλά και τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης έχουν εντάξει το «φύλο» στις θεματικές τους, για την ακρίβεια, το «κοινωνικό φύλο». Και το όψιμο αυτό ενδιαφέρον, εντάσσεται ασφαλώς στη λογική τής εν τέλει παροχής «δικαιωμάτων» και «ελευθεριών», ως τις πλέον σύγχρονες μορφές εξαπάτησης των ανθρώπων που αποτελούν είτε «μειοψηφία» είτε κατέχουν «ειδικό βάρος».

Η έννοια του φύλου, λοιπόν, αναφέρεται στις βιολογικές και κοινωνικές διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το βιολογικό φύλο (sex) ενός ατόμου είναι γενετικά καθορισμένο, ενώ το κοινωνικό φύλο (gender) είναι πολιτισμικά και κοινωνικά κατασκευασμένο. Υπάρχουν επομένως δύο βιολογικά φύλα (το αρσενικό και το θηλυκό) και δύο κοινωνικά φύλα (το ανδρικό και τογυναικείο). Έτσι λοιπόν, το θηλυκό βιολογικό φύλο αποτελείται από ΧΧ χρωμοσώματα και το αρσενικό βιολογικό φύλο από ΧΥ χρωμοσώματα (χρωματοσωματικό φύλο). Υπάρχει, όμως, και το φαινοτυπικό φύλο με πρωτογενή (όρχεις-ωοθήκες) και δευτερογενή (στήθος, τριχοφυΐα κ.λπ.) χαρακτηριστικά φύλου. Επί πλέον, τα γεννητικά όργανα ποικίλλουν και κάποια άτομα έχουν παραπάνω από έναν τύπο γεννητικών οργάνων. Η περίπτωση αυτή συνοψίζεται στον όρο «ίντερσεξ». Οι συγκεκριμένοι τύποι φύλου, χρωματοσωματικό, φαινοτυπικό και ίντερσεξ εντάσσονται, με σαφήνεια, στην επιστήμη της βιολογίας. Αυτό όπως θα δούμε παρακάτω είτε αμφισβητείται(;) είτε θολώνεται σε ορισμένες αναλύσεις κοινωνικών επιστημόνων / ακτιβιστών, όπως της J. Butler.

Επίσης, σύμφωνα με την βιολογία, υπάρχουν παθολογικές καταστάσεις και δυσλειτουργίες που επηρεάζουν τα χαρακτηριστικά του φύλου και την αναπαραγωγική ικανότητα. Οι περιπτώσεις όπου τα γεννητικά όργανα παρουσιάζουν ατυπία ονομάζονται «Διαταραχές της διαφοροποίησης του φύλου» και αποτελούν μια πολύ μικρή πιθανότητα, της τάξεως 1/5.500. Οι περιπτώσεις αυτές είναι διαφορετικές από τις περιπτώσεις διεμφυλικών ατόμων που επιθυμούν να αυτοπροσδιοριστούν ως προς το φύλο βάσει αυτού που νιώθουν. Τα διαφυλικά άτομα, στα οποία τα χρωμοσώματα που καθορίζουν το φύλο, δεν συμφωνούν με τα γεννητικά όργανα ή/και με την εξωτερική εμφάνιση, υπολογίζονται σε περίπου 1% του πληθυσμού. Τα διαφυλικά άτομα μπορεί να μην έχουν καμμία βιολογική αναντιστοιχία, αλλά νιώθουν βαθειά μέσα τους ότι ανήκουν στο άλλο φύλο. Συχνά τα διαφυλικά άτομα νιώθουν από πάρα πολύ μικρή ηλικία ότι ανήκουν στο άλλο φύλο και δυσανασχετούν. Η ψυχιατρική επιστήμη, μέχρι πρόσφατα, όριζε αυτή τη συνθήκη ως «διαταραχή ταυτότητας φύλου», ένας όρος που αναθεωρήθηκε πρόσφατα σε «δυσφορία φύλου», στο DSM-5, η πέμπτη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών.

Ταυτόχρονα, η ΛΟΑΤΚΙ (LGBTQI) κοινότητα αμφισβητεί την ψυχιατρική εκδοχή και θεωρεί ότι η «δυσφορία φύλου» αποτελεί απλά μια φυσιολογική παραλλαγή. Πρόσφατα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον ΠΟΥ (Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας), την απόσυρση του όρου της «διαταραχής» από το Σύστημα Ψυχικών Διαταραχών και Συμπεριφορών, από την Διεθνή Στατιστική Ταξινόμηση Νοσημάτων και Συναφών Προβλημάτων Υγείας (ICD), η οποία δημοσιεύεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Πρόκειται για ένα σύστημα ταξινόμησης που χρησιμοποιείται ευρέως για τις στατιστικές θνησιμότητας και νοσηρότητας. Η 10η αναθεώρησή της (ICD-10) χρησιμοποιείται από τα κράτη-μέλη του ΠΟΥ από το 1994. Η 11η αναθεώρηση της ταξινόμησης έχει αρχίσει και θα συνεχιστεί μέχρι το 2018. Από τη συγκεκριμένη αναθεώρηση ζητεί η ΕΕ την αλλαγή του όρου της «διαταραχής του φύλου» σε «δυσφορία του φύλου».

Σε αυτό το σημείο, να επισημάνουμε ότι ναι μεν με το νέο όρο «αποψυχιατρικοποιείται» η παραλλαγή του φύλου, όμως δεν απομακρύνεται η «παθολογικοποίηση» αυτής της κατάστασης. Αυτό δεν γίνεται για λόγους εμμονικούς αλλά για καθαρά διαχειριστικούς στα συστήματα υγείας, ώστε τα άτομα που θα εντάσσονται στη «δυσφορία φύλου» να μπορούν να συμμετέχουν στο σύστημα υγείας, ακολουθώντας ειδικές φαρμακευτικές αγωγές ορμονών, για παράδειγμα, από τα δημόσια νοσοκομεία σε συνεργασία με τις φαρμακευτικές εταιρείες.

Σύμφωνα με τη Σίλα Τζέφρις, αυστραλιανή φεμινίστρια, «η φαρμακευτική βιομηχανία, έχοντας χάσει το εισόδημά της καθώς η συνηθισμένη θεραπεία με οιστρογόνα για τις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες εγκαταλείφθηκε επειδή εγκυμονούσε κινδύνους για την υγεία τους, προώθησε τη σχετικά νέα ιδέα της διεμφυλικότητας, προκειμένου να δημιουργήσει μια μόνιμη τάξη πελατών που θα χρειάζονται εφ’ όρου ζωής συνταγογραφούμενες ορμόνες». Επίσης, η Camillie Paglia σημειώνει: «Αποκαλώ τον εαυτό μου διεμφυλικό άτομο· φορούσα φανταχτερά ανδρικά ρούχα από την πρώιμη παιδική ηλικία· είμαι, ωστόσο, ιδιαίτερα επιφυλακτική σχετικά με το σημερινό ρεύμα των διεμφυλικών, το οποίο νομίζω ότι κατά βάση είναι αποτέλεσμα ψυχολογικών και κοινωνιολογικών παραγόντων και όχι των σημερινών συζητήσεων περί φύλου. Επί πλέον, καταδικάζω την ολοένα και αυξανόμενη συνταγογράφηση των αναστολέων της εφηβείας (των οποίων οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις είναι άγνωστες) για τα παιδιά. Θεωρώ αυτή την πρακτική, ποινική παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Η συγκεκριμένη πρακτική εφαρμόζεται στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια όπου παιδιά μπορούν να λαμβάνουν αναστολείς ορμονών, που μπλοκάρουν το να βιώσει ένα παιδί την εφηβεία. Σύμφωνα με τα ΜΜΕ, ένα ομόφυλο ζευγάρι γονέων/γυναίκες, από την Καλιφόρνια, έκρινε ότι το παιδί-αγόρι είχε διαφυλικές τάσεις και σε συνδυασμό με ιατρική γνωμάτευση ξεκίνησε θεραπεία αποκλεισμού ορμονών, ώστε να γίνει «κορίτσι». Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι το θέμα δεν περιορίζεται μόνο σε θέματα «δικαιωμάτων και ελευθεριών» αλλά και συμφερόντων, οπότε οφείλουμε όλοι να είμαστε προσεκτικοί και επιφυλακτικοί ως προς τις προθέσεις του κάθε «προοδευτικού» φορέα.

Από την άλλη πλευρά, όταν κάτι προκαλεί την αντίδραση της εκκλησίας ή λοιπών ακροδεξιών φορέων, σημαίνει αυτόματα ότι αυτό είναι «προοδευτικό»; Άλλωστε, τί σημαίνει «προοδευτικό»; Και ποιοι στοιχίζονται σε αυτό; Οι αριστεροί-σταλινικοί, για παράδειγμα, λογίζονται ως φορείς προοδευτικότητας; Ή, οι δεξιοί-φιλελεύθεροι, πού κατατάσσονται σε αυτή τη κλίμακα «συντήρησης-προόδου»; Το κάθε ζήτημα οφείλουμε να το προσεγγίζουμε συνολικά και σφαιρικά, αναλύοντας την κάθε πτυχή του και επ’ ουδενί με όρους Πολιτικής Ορθότητας. Από αυτές τις σελίδες έχουμε γράψει αναλυτικά για ζητήματα φύλου, σώματος, βιοπολιτικής εξουσίας κ.λπ. και νιώθουμε πραγματικά λίγο άβολα(;) όταν ακούμε εκπροσώπους της LGBT κοινότητας να πανηγυρίζουν με νόμους του κράτους και να μιλάνε για δικαίωση και για «μέρες χαράς και γιορτής». Επειδή, σε αυτή τη περίπτωση ισχύει απόλυτα, αυτό που με τόσο εύστοχο τρόπο έχει γράψει η Χάνα Άρεντ το 1972: «Το πραγματικό ερώτημα που πρέπει να θέσουμε είναι: Τί χάνουμε εάν κερδίσουμε;»

Παράλληλα, η Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία (ΕΨΕ), η οποία προσκλήθηκε από τη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής να μετάσχει στη συζήτηση για το νομοσχέδιο «Νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου-Εθνικός Μηχανισμός Εκπόνησης, Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των Σχεδίων Δράσης για τα Δικαιώματα του Παι­διού», σημειώνει ότι το νομοσχέδιο: «κινείται σε σωστή κατεύθυνση για τη διευθέτηση πολλών θεμάτων που αφορούν τους διεμφυλικούς και για την απο-ιατρικοποίηση του θέματος». «Το ΔΣ της εταιρείας θέτει υπ’ όψιν της Επιτροπής τα εξής σημεία:

– Το σχέδιο νόμου αποτελεί ενσωμάτωση στο εθνικό νομικό σύστημα ευρωπαϊκών οδηγιών, αποτελεί κοινωνική-πολιτική επιλογή και επιχειρεί να θεσμοθετήσει προβλήματα κοινωνικής αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου, προβλήματα των ο­ποίων διεκδικεί τη λύση η ΛΟΑΤ κοινότητα, επί της νομικής βάσης των ίσων ατομικών δικαιωμάτων.

Έχει επιλεγεί από τον νομοθέτη η παράκαμψη της ιατρικής εκτίμησης του αιτήματος και του ιατρικού πιστοποιητικού. Αυτό στηρίζεται στο ότι έχει γίνει διεθνώς αποδεκτό ότι το πώς βιώνει ένα άτομο την ταυτότητα φύλου, δεν αποτελεί παθολογική κατάσταση, για την οποία απαιτείται ιατρική γνωμάτευση.

Σε κάποιες περιπτώσεις, όμως, όταν συνυπάρχει ενεργή ψυχοπαθολογία (π.χ. σχιζοφρένεια ή διπολική συναισθηματική διαταραχή), αυτή δεν μπορεί να εκτιμηθεί.

– Το βάρος της εκτίμησης του αιτήματος επωμίζεται ο δικαστής. Στη βάση ενός υπομνήματος, που θα συνοδεύει την αίτηση και θα περιέχει κοινωνικές και ιατρικές πληροφορίες; Στη βάση πραγματογνωμοσύνης, που θα διατάξει; Το δικαστικό σώμα θα χρειαστεί εκπαίδευση και οδηγίες για να διαχειριστεί αυτό το κοινωνικό/νομικό πρόβλημα». Και καταλήγει η ανακοίνωση της ΕΨΕ: «πρόκειται για θέμα περισσότερο κοινωνικό που άπτεται των δικαιωμάτων των πολιτών αυτής της χώρας και οι λίγες ψυχιατρικές αποκλίσεις θα μείωναν και θα αμαύρωναν το κεντρικό μεγάλο θέμα. Κάθε θεσμός έχει πάντοτε πολλά θετικά και λίγα αρνητικά. Ας αναλογιστούμε πως πολλά νομοσχέδια που έχουν ψηφιστεί αγνόησαν την ψυχιατρική θεώρηση, επειδή οι υπόλοιπες συνιστώσες ήταν σημαντικότερες».

Σε αυτό το σημείο, σκόπιμο είναι, να επισημάνουμε ότι οφείλουμε να αντιλαμβανόμαστε την διακριτότητα μεταξύ του βιολογικού και κοινωνικού φύλου και τον σεξουαλικό προσανατολισμό τού κάθε ανθρώπου. Αποτελούν τρία στοιχεία που παρουσιάζουν μεγάλες συσχετίσεις αλλά συχνά δημιουργούν συγχύσεις διότι είναι πολλοί οι συνδυασμοί, που μπορούν να προκύπτουν ξεχωριστά σε κάθε άτομο. Η έμφυλη ταυτότητα του κάθε ανθρώπου, το πώς αισθάνεται με το βιολογικό φύλο του, εάν συνταυτίζεται ή όχι και σε ποιο βαθμό, θα πρέπει να αναλυθεί ανεξαρτήτως των σεξουαλικών επιλογών και προτιμήσεων. Όπως επίσης, ότι η έννοια του «κοινωνικού φύλου» κατά τις δεκαετίες του ’60 και ’70 ήρθε να περιγράψει τις επιδράσεις που ασκούνται πάνω στο άτομο από την εξουσία, την οικογένεια, το περιβάλλον δημιουργώντας μια κοινωνική κατασκευή του φύλου, η οποία σε καμμία περίπτωση δεν σηματοδοτεί, αναγκαστικά, έναν συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό. Η μελέτη της «γυναίκας» μέσα από το πρίσμα του «κοινωνικού φύλου» έδωσε κυρίως στοιχεία ιστορικά και πολιτισμικά, γύρω από την πατριαρχία και άλλες καταπιεστικές μορφές εξουσίας.

Θεωρούμε αναγκαία αυτήν την διευκρίνιση διότι παρατηρούμε σε κείμενα, είτε ακαδημαϊκών είτε ακτιβιστών, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, έναν περιορισμό της έννοιας του «κοινωνικού φύλου», όπου επανανοηματοδοτείται περιοριστικά και συνδέεται άμεσα με τις «έμφυλες ταυτότητες» και τους σεξουαλικούς προσανατολισμούς. Η έννοια του «κοινωνικού φύλου» δεν αφορά μόνο την LGBTQI κοινότητα αλλά τον κάθε άνθρωπο που δέχεται την εξουσία και την καταπίεση, θεσμοθετημένα ή θεσμοποιημένα, από τα πρότυπα συμπεριφοράς και στάσης, από τις επιταγές του lifestyle όπως αυτές ορίζονται από το σύγχρονο marketing… Και εκεί τα πράγματα περιπλέκονται… Ας δούμε ένα στιγμιότυπο από τον νεο-άνδρα… Από τη μια έχουμε το πρότυπο του macho άνδρα, που έρχεται από παλιά και από την άλλη συναντάμε έναν άνδρα άλλου προτύπου, πιο τηλεοπτικού και στιλιζαρισμένου, που πρέπει να αποβάλει την τριχοφυΐα του από το σώμα του, συνολικά, αλλά ταυτόχρονα να γίνει και hipster! Κατασκευάζεται ένα συγκεκριμένο πρότυπο που αναπτύσσεται μεθοδικά και το παρατηρούμε την τελευταία δεκαετία κυρίως.

Εδώ, συμβαίνει το εξής αντιφατικό: αρκετές φεμινίστριες των περασμένων δεκαετιών σε ένδειξη απέχθειας και απόρριψης των επιταγών μόδας και στυλ, δεν ξύριζαν τα σημεία που η γυναικεία θηλυκότητα(!) επίτασσε, ενώ σήμερα προστέθηκε και το έτερο φύλο στη διαδικασία αποβολής της τριχοφυΐας. Το συγκεκριμένο παράδειγμα είναι ενδεικτικό και δείχνει ξεκάθαρα ότι τις επιταγές και τα πρότυπα δεν τις διαμορφώνουν τα φύλα αλλά η εξουσία, η αγορά και το marketing, ως σύγχρονες μορφές επιβολής. Καθοριστικός, δηλαδή, είναι ο ρόλος του άνδρα ή γυναίκας/εξουσιαστή-στριας και όχι το φύλο του.

Επί πλέον, όλο και πιο συχνά συναντάμε περιπτώσεις που αναφέρονται σε τουριστικούς προορισμούς για ομοφυλόφιλους ή ξενοδοχεία που απευθύνονται στοχευμένα σε LGBT άτομα, κατασκευάζοντας διαχωρισμούς, όπου ο σεξισμός γίνεται προϊόν και λανσάρεται ανάλογα σε σεξουαλικούς καταναλωτές και όπου η σεξουαλική προτίμηση γίνεται εμπορικό προϊόν για το target-group με τα ειδικά σεξουαλικά χαρακτηριστικά. Αυτήν η ιδιότητα, προσβάλει την ανθρώπινη υπόσταση περιφέρουσα και εμπορευόμενη τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις. Κατά κανόνα, αλλά όχι πάντα, η ταυτότητα φύλου συμφωνεί με τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Λόγου χάρη, ένα αρσενικό άτομο να έχει αντρικό κοινωνικό φύλο και να προτιμά γυναίκες για ερωτικούς συντρόφους (ετεροφυλόφιλος). Μπορεί όμως ένα αρσενικό άτομο να έχει αντρικό κοινωνικό φύλο και να προτιμά άντρες για ερωτικούς συντρόφους (ομοφυλόφιλος).

Επίσης, ένα άτομο μπορεί να έχει ταυτότητα φύλου «γυναίκα» παρ’ όλο που όταν γεννήθηκε το κατέταξαν ως «αγόρι». Μπορεί να έχει ή να μην έχει μπει σε διαδικασία να αλλάξει το σώμα της και μπορεί να επιθυμεί γυναίκες ως ερωτικούς συντρόφους. Συνεπώς το φύλο της είναι γυναίκα και ο σεξουαλικός της προσανατολισμός είναι ομοφυλόφιλος, δηλαδή είναι λεσβία. Τρανστζέντερ συμπεριφορές είναι οι συμπεριφορές που υπερβαίνουν τους κανόνες του κοινωνικού φύλου. Είναι πολύ γενικός όρος και μπορεί να περιλαμβάνει πολλούς ανθρώπους: θηλυπρεπείς άντρες, αρρενωπές γυναίκες, butch και femme λεσβίες, στρέιτ ή γκέι, drag king και drag queen που χρησιμοποιούν το κοινωνικό φύλο ως πολιτική δήλωση ή ως ψυχαγωγία, τρανσέξουαλ άτομα, κλπ. Ο όρος transgender δεν έχει καμία σχέση με τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Έχει να κάνει με το μπέρδεμα και την υπέρβαση των εξωτερικών, κοινωνικών χαρακτηριστικών του φύλου, δηλαδή με την τυπική ανδρική και γυναικεία συμπεριφορά.

Ιστορικά, λοιπόν, το κίνημα του φεμινισμού καθιέρωσε την αντίληψη ότι πολλοί ρόλοι που αναφέρονται στο φύλο είναι κοινωνικά προσδιορισμένοι και δεν μπορούν να καθοριστούν με καθαρά βιολογικά κριτήρια. Στα πλαίσια των ερευνών σχετικά με το φύλο, ο όρος «φύλο» αναφέρεται ειδικά στις πολιτισμικές και όχι στις βιολογικές δια­φορές. Τον όρο gender εισήγαγε ο σεξολόγος John Money το 1955, θέλοντας να κάνει διάκριση μεταξύ αυτού και του βιολογικού φύλου (sex). Μέχρι τότε η λέξη χρησιμοποιείτο κυρίως στη Γραμματική. Η νέα έννοια της λέξης εξαπλώθηκε κατά τις δεκαετίες ’60 και ‘70, οπότε και η φεμινιστική θεωρία υιοθέτησε την ιδέα της διάκρισης βιολογικού φύλου και της κοινωνικής κατασκευής των φύλων. Εν τούτοις, σε πολλά πεδία, μαζί με αυτά και κάποια πεδία κοινωνικών επιστημών, το κοινωνικό φύλο συμπεριλαμβάνει το βιολογικό ή το αντικαθιστά. Παρ’ όλο που αυτή η αλλαγή στην έννοια του φύλου συναντάται τη δεκαετία του ‘80, μία μικρή επιτάχυνση της διαδικασίας στην επιστημονική φιλοσοφία παρατηρήθηκε το 1993, όταν o Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ξεκίνησε να χρησιμοποιεί τη λέξη “gender” αντί για “sex”. Μέχρι τότε η έννοια του «κοινωνικού φύλου» αφορούσε κυρίως την ακαδημαϊκή κοινότητα σε ερευνητικό επίπεδο μέσω της κοινωνιολογίας, κοινωνικής ανθρωπολο­γίας, σπουδών φύλου και μια σημαντική τάση του φεμινιστικού κινήματος. Μπορούμε να ορίσουμε ότι υπάρχουν ιστορικά καταγεγραμμένα τρία φεμινιστικά κύματα-κινήματα: Το πρώτο, τέλη 19ου αι. – αρχές 20ου αι., όπου κυρίως η μεσαία αστική τάξη ζητάει δικαίωμα ψήφου, εκπαίδευσης και πολιτικών δικαιωμάτων για τις γυναίκες. Το δεύτερο, κατά τη δεκαετία του ’60, που πρόβαλε και θέματα τεκνοποίησης/άμβλωσης και μίλησε για τις σχέσεις εξουσίας και πατριαρχίας σε ένα ευρύ επιστημονικό πεδίο, από την κοινωνιολογία, φιλοσοφία, ψυχολογία (Φουκώ, Λακάν, Κρίστεβα) και τη γνωστή θέση της Μπωβουάρ ότι «γυναίκα δεν γεννιέσαι, αλλά γίνεσαι», και το τρίτο, από τη δεκαετία του ’90, όπου αναπτύσσεται μια μεταμοντέρνα/μεταδομιστική κριτική με κύρια εκφράστρια την J. Butler και παράλληλα την ενδυνάμωση κινημάτων LGBTQI (lesbian, gay, bisexual, transgender, queer, intersex).

Αντίστοιχα, τρία διαδοχικά «κύματα» συναντάμε και στην ανάπτυξη της χρήσης του «κοινωνικού φύλου». Το πρώτο έφερε μαζί του την ιδέα της προτεραιότητας του Πολιτισμού σε σχέση με τη Φύση, που διατυπώνεται στις ΗΠΑ, τη δεκαετία του 1960 από τον John Money, ο οποίος πρότεινε την προκλητική, τότε, ιδέα ότι άνδρας ή γυναίκα γίνεται κανείς, όχι λόγω βιολογικού ντετερμινισμού αλλά μέσω της ανατροφής και της παιδείας που αφομοιώνει από τη γέννησή του. Το δεύτερο κατά τη δεκαετία του 1970, όπου όλο και περισσότερες κοινωνιολογικές και ψυχολογικές μελέτες επικεντρώνονται στο πώς «φυσικοποιούνται» οι διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών από τις εκάστοτε πολιτισμικές και κοινωνικές δομές. Και το τρίτο, από τη δεκαετία του ’90, που αφορά τις έμφυλες ταυτότητες, με κύρια εκπρόσωπο την J. Butler.

H Judith Butler, της οποίας το έργο ασκεί τεράστια επιρροή στα σύγχρονα φεμινιστικά κινήματα, θεωρεί τους ρόλους που αναφέρονται στο φύλο ως μια κοινωνική πρακτική η οποία συχνά αποκαλείται «επιτελεστική». Για εκείνη, «το “φύλο” είναι μια ιδεατή κατασκευή η οποία υλικοποιείται δια της βίας μέσα στο χρόνο. Δεν είναι ένα απλό γεγονός ή μια στατική κατάσταση του σώματος, αλλά μια διαδικασία μέσω της οποίας τα ρυθμιστικά κανονιστικά πρότυπα υλικοποιούν το “φύλο” και επιτυγχάνουν αυτή την υλικοποίηση μέσω μιας βίαιης επανεπιβεβαίωσης αυτών των κανονιστικών προτύπων» (J. Butler, Σώματα που έχουν σημασία, στο συλλογικό έργο «Τα όρια του σώματος», εκδ. Νήσος). Και, επίσης, με προκλητικό και καταιγιστικό τρόπο σημειώνει ότι: «το καθεστώς της ετεροφυλοφιλίας λειτουργεί για να οροθετεί και να ορίζει το περίγραμμα της «υλικότητας» του φύλου και αυτή η «υλικότητα» διαμορφώνεται και υποστηρίζεται μέσα από/και ως υλικοποίηση ρυθμιστικών κανονιστικών προτύπων τα οποία εν μέρει είναι της ετεροφυλικής ηγεμονίας».

Σε αυτό το σημείο απλώς να σημειώσουμε ότι, για ευνόητους λόγους επιβίωσης, η βιολογική εξέλιξη ανθρώπων και άλλων όντων, πριμοδοτεί και ενισχύει τις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις επειδή οδηγούν στη διαφορική αναπαραγωγή του έμφυλου είδους. Η Gayle Rubin, στο άρθρο της «The Traffic in Women», παρά το ότι διατυπώνει μια ριζική κριτική στο δομισμό του Lévi-Strauss, μοιάζει να βασίζει την πολυσυζητημένη ιδέα της για το «σύστημα βιολογικού/κοινωνικού φύλου», σε κάποια κοινά σημεία της θεωρίας του Lévi-Strauss. Κάθε κοινωνική οργάνωση, γράφει η Rubin, έχει ένα «σύστημα βιολογικού/κοινωνικού φύλου», μια σειρά δηλαδή από κανονιστικές αντιλήψεις, διαδικασίες και πρακτικές δια των οποίων το «βιολογικό φύλο» και το ωμό υλικό της ανθρώπινης αναπαραγωγής μετασχηματίζεται και διαμορφώνεται μέσω της ανθρώπινης παρέμβασης σε κοινωνικό προϊόν. Σε αυτό το θεωρητικό σχήμα, παρά την ιδιαίτερη σημασία που έχει τη δεδομένη στιγμή η έμφαση στην κοινωνική κατασκευή του φύλου, οι έννοιες του «βιολογικού φύλου» και του «σώματος» παραμένουν ταυτισμένες με αυτό που μετράει ως «φύση» —με αυτό δηλαδή που βρίσκεται ήδη «εκεί πέρα», δοσμένο από πριν, προκαθορισμένο και αμετάβλητο —και άρα απλώς θεωρούνται δεδομένες, χωρίς να υπόκεινται σε καμμία θεωρητική επεξεργασία.


Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας

Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 176, Νοέμβριος 2017

Luisa Capetillo: Μία Αναρχική φεμινίστρια, cross-dresser και συνδικαλίστρια στο Πουέρτο Ρίκο στις αρχές του 20ου αιώνα

Σύντομη βιογραφία της αναρχικής φεμινίστριας και συνδικαλίστριας του Πουέρτο Ρίκο.

Στις 20 Οκτώβρη το 1922, στο Πουέρτο Ρίκο, η αναρχική φεμινίστρια Luisa Capetillo, φεύγει από φυματίωση σε ηλικία 43 ετών. Συμμετείχε ενεργά σε πολλές απεργίες στη ζωή της, συμπεριλαμβανομένης και της μεγάλης απεργίας του ζαχαροκάλαμου του 1916, η οποία κέρδισε 13%  αύξηση στους μισθούς . ήταν η πρώτη γυναίκα (crossdresser) που φορούσε παντελόνια. Στην Κούβα συνελήφθη για αυτόν ακριβώς το λόγο. Υπερασπίστηκε με επιτυχία την ίδια στο δικαστήριο υποστηρίζοντας ότι δεν υπήρχε κανένας νόμος που να απαγορεύει να φοράνε ανδρικά ρούχα οι γυναίκες.

Η Capetillo ήταν μια ελεύθερη στοχάστρια, φεμινίστρια, αναρχική και μαχητική συνδικαλίστρια στους εργασιακούς αγώνες στις αρχές του 1900. Σήμερα είναι περισσότερο γνωστή ως η πρώτη crossdresser που κυκλοφορούσε δημόσια με παντελόνια στο Πουέρτο Ρίκο, όμως πέρα από αυτό οι αγώνες της στο εργατικό κίνημα και σε μια πατριαρχική κοινωνία την έκαναν συνολικά μια γυναίκα που ήταν πολύ μπροστά από την εποχή της.

Οι περιορισμοί της ισπανικής κυβέρνησης

η ισπανική κυβέρνηση, το 1879 απαγόρευσε τη σύσταση οργανώσεων με σκοπό την “αύξηση ή τη μείωση της αξίας της εργασίας” ή τη βελτίωση των εργασιακών συνθηκών. Επίσης, οι εργαζόμενοι περιορίστηκαν πολιτικά επειδή το δικαίωμα ψήφου στις τοπικές εκλογές ίσχυε μόνο για όσους πλήρωναν φόρους ακίνητης περιουσίας ή επιχειρήσεων. Αυτό άλλαξε το 1898 την παραμονή της εισβολής των ΗΠΑ στο Πουέρτο Ρίκο όταν ψηφίστηκε ένας νόμος που επέτρεπε σε όλους τους άνδρες από την ηλικία των 25 να ψηφίζουν.

Η εισβολή των ΗΠΑ στο Πουέρτο Ρίκο και οι επακόλουθες αλλαγές που προήλθαν από αυτήν ενδέχεται να επιτάχυναν τη δημιουργία συνδικαλιστικών οργανώσεων. Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που η Luisa Capetillo πρωτοεμφανίζεται στο συνδικαλιστικό κίνημα.

Η Capetillo γεννήθηκε στο Arecibo του Πουέρτο Ρίκο στις 28 Οκτωβρίου 1879. Η μητέρα της, Luisa Margarita Perone, γαλλίδα μετανάστρια, έφτασε στο Πουέρτο Ρίκο αναζητώντας εργασία ως δάσκαλα για τα παιδιά μιας επιφανούς οικογένειας στο Arecibo. Αντ ‘αυτού, προσλήφθηκε ως υπηρέτρια. Ο πατέρας της, Luis Capetillo Echevarria, έφτασε στο Πουέρτο Ρίκο από την Ισπανία. Αν και είχε σχεδιάσει να κάνει περιουσία στο Πουέρτο Ρίκο, κατέληξε να εργάζεται σε διάφορα επαγγέλματα.

Οι γονείς της Capetillo συμμερίζονταν την ίδια φιλοσοφική και πολιτική ιδεολογία. Ζούσαν μαζί και μεγάλωσαν τη Luisa, το μόνο παιδί τους, αλλά δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Η Capetillo εκπαιδεύτηκε στο σπίτι όπου έλαβε μια ελευθεριακή εκπαίδευση, πολύ πιο προωθημένη σε σχέση με την εκπαίδευση που λάμβαναν οι γυναίκες της εποχής. Και οι δύο γονείς της ενθάρρυναν την ανοικτή και ελεύθερη συζήτηση για πολλά θέματα που άνοιξαν τους ορίζοντές της σε διαφορετικές ιδέες και φιλοσοφικά ρεύματα. Υιοθετήσε την αναρχική φιλοσοφία και τα αναρχικά ιδανικά σε όλη τη ζωή της. Βαφτίστηκε ως καθολική, αλλά απέρριψε τη θρησκεία. Ωστόσο, δεν ήταν άθεη. Αντίθετα με άλλα άτομα που ενστερνίζονταν τα αναρχικά ιδανικά, θεωρούσε πως ήταν μια καλή χριστιανή, αν και δεν συμφωνούσε με τα άκαμπτα δόγματα και τα τελετουργικά της εκκλησίας. Επέμενε, αντιθέτως, πως ο αληθινός χριστιανισμός βρίσκεται στην εξάλειψη της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης: Για να πιστεύεις στο χριστιανισμό σημαίνει ότι πιστεύεις στη δικαιοσύνη και στην ισότητα.

Στην ηλικία των 19 ετών συναντήθηκε και ερωτεύτηκε με τον Manuel Ledesma, έναν νεαρό από μια επιφανή οικογένεια στο Arecibo. Το 1898 γεννήθηκε η πρώτη τους κόρη, η Manuela. Δύο χρόνια αργότερα γεννήθηκε ο γιος τους Gregorio. Η Luisa και ο Manuel δεν παντρεύτηκαν ποτέ, και μετά από τρία χρόνια η σχέση τους έληξε.

Η Capetillo άφησε τα παιδιά της στη φροντίδα της μητέρας της και έπιασε δουλειά στη βιομηχανία κλωστοϋφαντουργίας. Στη συνέχεια έγινε αναγνώστρια στα εργοστάσια καπνού στο Arecibo. Οι αναγνώστες κάθονταν ή στέκονταν σε ένα βάθρο στο πάτωμα του εργοστασίου και διάβαζαν δυνατά ώστε οι εργάτριες και οι εργάτες που επεξεργάζονταν τα φύλλα καπνού και έφτιαχναν τα πούρα να ακούν. Συχνά, ορισμένα αποσπάσματα συγκεκριμένων λογοτεχνικών έργων ή πολιτικών δοκιμίων επαναλαμβάνονταν, έτσι ώστε οι εργάτες και οι εργάτριες να μπορούν να τα απομνημονεύουν. Ήταν επίσης παράδοση στα εργοστάσια καπνού να γίνονται ανοιχτές συζητήσεις ή αντιπαραθέσεις πάνω σε συγκεκριμένες θεματικές χωρίς να διακόπτεται η εργασία. Επίσης τα έργα που θα διαβάζονταν κάθε μέρα επιλέγονταν κατόπιν συζήτησης και ψηφοφορίας των εργαζομένων.

Ήταν εκεί στο εργοστάσιο παραγωγής καπνού που η Capetillo είχε την πρώτη επαφή της με το συνδικάτο – Ομοσπονδία των Καπνεργατών (La Federacion de Torcedores de Tabaco) η οποία συνδεόταν με την Ελεύθερη Ομοσπονδία Εργαζομένων (La Federacion Libre de Trabajadores).

Η συμμετοχή της Capetillo στο συνδικάτο άρχισε το 1905 κατά τη διάρκεια μιας απεργίας εργατών και εργατριών αγροκτήματος με επικεφαλής την Ελεύθερη Ομοσπονδία Εργαζομένων. Λόγω των προηγούμενων συνεργασιών της με ριζοσπαστικές και συνδικαλιστικές εφημερίδες στο Arecibo, μπόρεσε να γράψει προπαγανδιστικά κείμενα και να οργανώσει εργάτριες και εργάτες στην απεργία. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απεργία και γρήγορα έγινε επικεφαλής του συνδικάτου. Ζούσε πουλώντας την εφημερίδα του συνδικάτου καθώς ταξίδευε σε όλο το Πουέρτο Ρίκο μορφώνοντας και οργανώνοντας εργάτριες και εργάτες. Το μήνυμά της ήταν απλό – οι εργάτες και οι εργάτριες πρέπει να ενωθούν κάτω από ένα κοινό αξιακό πρόταγμα για να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους για αξιοπρέπεια και ισότητα. Ήταν τόσο αποτελεσματική στην οργάνωση που η γενέτειρά της, το Arecibo, έγινε η πιο συνδικαλιστική περιοχή στη χώρα.

Το δικαίωμα ψήφου των γυναικών

Η Capetillo θεωρείται ως η πρώτη σουφραζέτα στο Πουέρτο Ρίκο. Το 1908, πρότεινε στην Ελεύθερη Ομοσπονδία Εργαζομένων, στη σύνοδο, να υιοθετήσουν μια πολιτική θέση για την διεκδίκηση της γυναικείας ψηφοφορίας. Επέμενε ότι όλες οι γυναίκες, όχι μόνο οι πλούσιες ή οι γραμματείς, θα πρέπει να έχουν το ίδιο δικαίωμα ψήφου με τους άνδρες.

Το 1909, η Ελεύθερη Ομοσπονδία Εργαζομένων ξεκίνησε μια φιλόδοξη καμπάνια που ονόμασαν  Η Σταυροφορία του Ιδεώδους “la Cruzada del Ideal” . Κάτω από την αιγίδα της Ε.Ο.Ε., η Capetillo, μαζί με εργαζόμενους και εργαζόμενες στην αρχειοθέτηση, ταξιθέτηση και συνδικαλιστές και συνδικαλίστριες ταξίδεψαν με τα πόδια, με άλογα και με τρένο στο Πουέρτο Ρίκο για να οργανώσουν και να εκπαιδεύσουν εργάτες και εργάτριες. Κατά τη διάρκεια αυτής της καμπάνιας, η Capetillo έγραψε για την εφημερίδα του συνδικάτου Εργατική Ένωση (Union Obrera) και δημοσίευσε το δικό της περιοδικό με τίτλο Η Γυναίκα (La Mujer). Έγραψε επίσης και δημοσίευσε μια συλλογή από δοκίμια με τίτλο Ελευθεριακά Δοκίμια (Ensayos Libertarios).

Η Luisa Capetillo ήταν η πρώτη γυναίκα στο Πουέρτο Ρίκο που μίλησε κα έγραψε τις φεμινιστικές ιδέες και θεωρίες της για τα δικαιώματα των γυναικών. Το 1909, η Luisa έγραψε και δημοσίευσε για τις ελευθερίες, τα δικαιώματα και τις ευθύνες των γυναικών, η οποία είναι και η πρώτη φεμινιστική διατριβή που γράφτηκε στο Πουέρτο Ρίκο. Αν και θεωρούσε πως ήταν φεμινίστρια, δεν συμμετείχε σε καμία από τις φεμινιστικές οργανώσεις που υπήρχαν εκείνη την περίοδο. Αντ ‘αυτού, αφιέρωσε όλες τις προσπάθειές της στο εργατικό κίνημα, πιστεύοντας ότι το συνδικάτο ήταν το όχημα για τις φτωχές εργαζόμενες γυναίκες ώστε να αποκτήσουν δικαιοσύνη και ισότητα. Φορούσε παντελόνι δημόσια, αμφισβητώντας τα κοινωνικά πρότυπα της εποχής. Υποστήριξε την ελεύθεριακή και δωρεάν εκπαίδευση για όλους τους άνδρες και τις γυναίκες. Ίσως μια από τις πιο αμφιλεγόμενες ιδέες της ήταν ο «ελεύθερος έρωτας», την οποία πολλοί παρερμήνευσαν ως προτρεπτική στην “ακολασία”. Στα δοκίμια της εξηγεί ότι οι γυναίκες πρέπει να επιλέγουν ποιον θα αγαπήσουν ελεύθερα, χωρίς νομική παρέμβαση ή γάμο. Το 1911,

η Capetillo γέννησε το τρίτο παιδί της, τον Luis Capetillo. Τότε δημοσίευσε και την πρώτη έκδοση του βιβλίου της με τίτλο Mi Opinion (Η γνώμη μου).

Το 1912, η  ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη, όπου απέκτησε επαφές με Κουβανούς και Πουερτορικανούς καπνεργάτες. Έγραψε για διάφορες ριζοσπαστικές και αναρχικές εφημερίδες. Ένα χρόνο αργότερα μετακόμισε στην Τάμπα της Φλόριντα όπου εργάστηκε ως αναγνώστρια σε ένα από τα εργοστάσια καπνού. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της εκεί, δημοσίευσε τη δεύτερη έκδοση του βιβλίου της Mi Opinion.

Η επόμενη στάση της ήταν η Κούβα, όπου συμμετείχε στην εργατική απεργία των εργαζομένων στα ζαχαροκάλαμα, η οποία διοργανώθηκε από την la Federacion Anarquista (Αναρχική Ομοσπονδία της Κούβας). Δημοσίευσε ένα μανιφέστο που υποστήριζε τη βία και λόγω αυτού διατάχθηκε από το κράτος να εγκαταλείψει τη χώρα. Στη συνέχεια συνελήφθη για «πρόκληση δημόσιας αναστάτωσης» επειδή φορούσε αντρικά ρούχα δημόσια. Προκάλεσε το δικαστήριο, υποστηρίζοντας ότι δεν υπήρχε τέτοιος νόμος που να απαγορεύει στις γυναίκες να φοράνε αντρικά ρούχα. Ο δικαστής συμφώνησε και οι κατηγορίες αποσύρθηκαν. Η είδηση δημοσιεύθηκε σε όλες τις μεγάλες εφημερίδες της Κούβας και του Πουέρτο Ρίκο.

Επέστρεψε στο Πουέρτο Ρίκο, όπου οργάνωσε και συμμετείχε σε πολλές απεργίες, συμπεριλαμβανομένης και της Strike Sugar Cane Strike του 1916. Περισσότεροι από 40.000 εργαζόμενοι και εργαζόμενες σε 32 δήμους συμμετείχαν σε αυτή την απεργία που κέρδισε την αύξηση μισθών κατά 13%. Η περίοδος 1916-1918 ήταν η πιο έντονη από άποψη απεργιακής δραστηριότητας στην ιστορία του Πουέρτο Ρίκο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η Luisa πηγαινοερχόταν στη Νέα Υόρκη όπου δημιούργησε ξενώνα και καφετέρια. Επίσης, ταξίδεψε στη Δομινικανή Δημοκρατία για να υποστηρίξει τους απεργούς το 1919.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα ιδρύθηκε ως πολιτικό σκέλος της Ε.Ο.Ε. Αν και ήταν εναντίον των ιδεών της ως αναρχική, η  Capetillo συμμετείχε σε μια πολιτική εκστρατεία για το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα.

Η Luisa Capetillo νικήθηκε από τη φυματίωση και πέθανε στις 10 Οκτωβρίου 1922. Από κάθε άποψη, έζησε έντονα – σχεδόν μέχρι τη στιγμή του θανάτου της, πολέμησε για τα εργασιακά δικαιώματα και την χειραφέτηση των γυναικών. Είναι δύσκολο να υπολογιστεί η επίδραση που είχε η Capetillo στο εργατικό ή στο φεμινιστικό κίνημα. Οι περισσότερες ιστορικές καταγραφές για εκείνη την περίοδο δεν την αναφέρουν καν. Ένα πράγμα γνωρίζουμε σίγουρα – έζησε τη ζωή με τους δικούς της όρους, υπερασπιζόμενη το δικαίωμά της να είναι ελεύθερη. Η ιστορία της, ελπίζω, μας εμπνέει να κάνουμε το ίδιο