Παλιότερο άρθρο των Μαριάννα Τσακίρη και Κατερίνα Κλείτσα, δημοσιευμένο στο xekinima.org στις 8/3/2012.
Η παγκόσμια μέρα της γυναίκας καθιερώθηκε το 1910 μετά από πρόταση της γερμανίδας επαναστάτριας Κλάρα Τσέτκιν, στο διεθνές συνέδριο σοσιαλιστριών που λαμβάνανε χώρα εκείνη τη χρονιά στην Κοπεγχάγη.
Στόχος ήταν να τιμηθούν οι μεγάλοι αγώνες που έδιναν οι γυναίκες στα πλαίσια του εργατικού κινήματος, διεκδικώντας, μεταξύ άλλων, μείωση του απάνθρωπου ωραρίου εργασίας, ίσες αμοιβές με τους άντρες, κρατική μέριμνα για τα παιδιά και τις εργαζόμενες μητέρες και δικαίωμα ψήφου.
Η 8η Μάρτη ήταν μια ημερομηνία σταθμός για το γυναικείο εργατικό κίνημα της περιόδου. Στις 8 Μάρτη του 1857 η αστυνομία είχε καταστείλει βίαια την απεργία των υφαντεργατριών της Νέας Υόρκης, ενώ στις 8 Μαρτίου του 1908 οι εργάτριες του ίδιου κλάδου, έχοντας πίσω τους έναν ολόκληρο χειμώνα απεργίας, οργάνωσαν μια μαζική διαδήλωση στο κέντρο της πόλης.
Σήμερα, το σύστημα έχει «απογυμνώσει» τη μέρα της γυναίκας από τα αγωνιστικά και ταξικά χαρακτηριστικά της και η 8η του Μάρτη αποτελεί απλά την αφορμή για ένα μπουκέτο λουλούδια και για καμιά δεκαριά αφιερώματα σε περιοδικά, μέχρι να έρθει η 9η του μήνα και να ξεχαστούν όλα.
Σημαντικοί ιστορικοί σταθμοί του γυναικείου κινήματος
Μια ματιά στην ιστορία μπορεί να δώσει πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με τις μάχες που έδινε το γυναικείο κίνημα στο πέρασμα των χρόνων και το πόσο συνδεδεμένες και ενσωματωμένες ήταν αυτές στην ταξική πάλη.
Οι απαρχές του γυναικείου κινήματος είναι στην Αμερική στα τέλη του 18ου αιώνα, μετά την διακήρυξη της ανεξαρτησίας, όπου ο φεμινισμός ήταν στα πρώτα του βήματα και οι εργάτριες καλούνταν να παλέψουν συνολικά για τα συμφέροντα της τάξης τους μαζί με τους εργάτες. Συνεχίζοντας, μεταφερόμαστε στην Γαλλία και την γαλλική επανάσταση και συναντούμε τις «πλέχτρες» αγωνίστριες της εποχής οι οποίες πάλευαν ενάντια στους αριστοκράτες με όνειρο μια νέα Γαλλία. Το όνομά τους το πήραν από το γεγονός ότι έπλεκαν συνεχώς ρούχα για τους φρουρούς της επανάστασης.
Τελευταίος σταθμός, τα πρώτα χρόνια μετά την Ρώσικη Επανάσταση στην Σοβιετική Ένωση όπου οι ταξικές νίκες είχαν φέρει τη γυναίκα σε πολύ καλύτερη θέση. Η ρωσική επανάσταση απεγκλώβισε την γυναίκα από το βάρος του νοικοκυριού, της έδωσε πολιτικά και νομικά δικαιώματα και έθεσε την έννοια της οικογένειας σε νέες βάσεις.
Η εικόνα που έχουμε για το γυναικείο κίνημα σήμερα
Δυστυχώς στο πέρασμα των χρόνων η εικόνα του γυναικείου κινήματος έχει συχνά πληγεί, από κινήματα που αφαιρούν από τους αγώνες των γυναικών τα ταξικά χαρακτηριστικά. Κινήματα που «ενώνουν» τις γυναίκες ανεξάρτητα από την ταξική τους θέση (λες και μια εργαζόμενη των 700 ευρώ έχει τα ίδια προβλήματα και αιτήματα με μια π.χ. βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ ή με την κυρία Βαρδυνογιάννη) συχνά «ενάντια στους άντρες» – και πάλι ανεξάρτητα ταξικής, πολιτικής κλπ τοποθέτησης.
Ιστορικά η εικόνα στην Ελλάδα
Οι απαρχές του Ελληνικού κινήματος στην Ελλάδα, ανοργάνωτο ακόμα, στα τέλη του 19ου αιώνα συναντώνται σε γυναίκες των πλούσιων ή μεσαίων στρωμάτων, μορφωμένες και ευκατάστατες.
Στις αρχές του 20ου αιώνα συναντάμε τον αγώνα των υφαντεργατριών οι οποίες όμως είχαν πολλές δυσκολίες να γίνουν δεκτές στα συνδικάτα παρόλο που ήταν πλειοψηφία σε σχέση με τους άντρες.
Πολλοί αγώνες αφορούσαν το δικαίωμα της ψήφου, το οποίο δόθηκε για πρώτη φορά το 1930 και αφορούσε μόνο τις δημοτικές εκλογές και όσες γυναίκες ήταν άνω των 30 και μορφωμένες – προφανώς ένα πολύ μικρό ποσοστό δηλαδή των γυναικών της εποχής. Το 1952 και μετά από πολλούς αγώνες από την απαρχή της Γερμανικής κατοχής ο ΟΗΕ κατοχυρώνει την ισότητα των δύο φύλων και ένα χρόνο μετά το 1953 οι γυναίκες ψηφίζουν ουσιαστικά για πρώτη φορά. Οι ελληνίδες γυναίκες βέβαια είχαν πάρει ήδη μια γεύση του δικαιώματος της ψήφου στις ελεύθερες εκλογές που είχε οργανώσει το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ στην κατεχόμενη από τους Ναζί Ελλάδα το ’44.
Η κατάσταση σήμερα
Σήμερα ο καπιταλισμός δείχνει το πιο σκληρό του πρόσωπο. Η καταπίεση που υφίστανται όλοι οι εργαζόμενοι και ειδικά οι πιο παραδοσιακά καταπιεσμένες ομάδες (γυναίκες, μετανάστες κ.α) σε συνδυασμό με την ανεργία και την συρρίκνωση των δικαιωμάτων και του κράτους πρόνοιας βοηθούν στο να οξυνθεί η διαίρεση ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες, γεγονός μάλιστα που αποτελεί βασικό στόχο του καπιταλισμού καθώς ένα εργατικό κίνημα διασπασμένο και κατακερματισμένο δεν έχει δύναμη να παλέψει και να νικήσει.
Συζητώντας για την αλλαγή της υπάρχουσας κατάστασης και την ισότητα πρέπει να κατανοήσουμε πως η σημερινή δομή της οικογένειας και της θρησκείας αποτελεί σημαντικό εμπόδιο προς αυτή την κατεύθυνση. Η θρησκεία όπως όλοι γνωρίζουμε θεωρεί την γυναίκα κατώτερη του άντρα και συχνά σε αρκετά μέρη του κόσμου και ιδιοκτησία του, ενώ η δομή της οικογένειας είναι τέτοια που η γυναίκα αναλαμβάνει τεράστιο όγκο απλήρωτης εργασίας. Τα οικιακά, τα ψώνια, ότι σχετίζεται με την ανατροφή των παιδιών, η φροντίδα των ηλικιωμένων αποτελούν μια πάρα πολύ δύσκολη, χρονοβόρα και απλήρωτη δουλειά, την όποία όμως η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών έχει μάθει να θεωρεί πως είναι καθήκον της να κάνει. Παράλληλα όμως επιτελώντας την ελαφραίνει το καπιταλιστικό σύστημα από μια σειρά οικονομικές λειτουργίες που ένα σωστό σύστημα κράτους πρόνοιας θα έπρεπε να προσφέρει (π.χ. δωρεάν ποιοτικούς παιδικούς σταθμούς σε επαρκή αριθμό, δωρεάν αξιοπρεπή γηροκομεία και υπηρεσίες φροντίδας ηλικιωμένων στο σπίτι, ποιοτικά και φτηνά κοινωνικά μαγειρεία στις γειτονιές κοκ.).
Ο βασικός σκοπός και στόχος αυτού του αγώνα πρέπει να είναι το να απελευθερωθεί η γυναίκα από όλα αυτά τα βάρη τα οποία σηκώνει, πολλές φορές παράλληλα με την κύρια εργασία της, και που την κλείνουν μέσα στο σπίτι και την καθηλώνουν, στερώντας της έτσι κάθε ψήγμα δημιουργικότητας. Αυτό θα μπορούσε να το προσφέρει μόνο μια σοσιαλιστική κοινωνία όπου η οικονομία και το κράτος στο σύνολό του θα εξυπηρετούσαν τις ανθρώπινες ανάγκες και όχι την συσσώρευση κέρδους στα χέρια λίγων.
Είναι καθήκον λοιπόν της Αριστεράς και όλων των κινημάτων της εποχής που διανύουμε, να εντάσσουν στους αγώνες τους την ουσιαστική ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα, κατανοώντας και εξηγώντας τον ταξικό χαρακτήρα αυτού του αγώνα, ώστε να μην υπάρχει «μια ημέρα για την γυναίκα» αλλά κάθε μέρα να είναι μέρα όλων των εργαζομένων